Ο όρος ”cost of carry” ή κόστος διακράτησης περιλαμβάνει μερικούς από τους παράγοντες που επηρεάζουν τη σχέση ανάμεσα στην spot τιμή και την τιμή του future. Είναι το κόστος που πρέπει κάποιος ν’ αναλάβει έτσι ώστε να διακρατεί κάποιο αγαθό.
Ένα καταναλώσιμο προϊόν δεν έχει μερισματική απόδοση (q) άρα το κόστος διακράτησης υπολογίζεται προσθέτοντας το επιτόκιο χωρίς κίνδυνο και το αποθηκευτικό κόστος, ενώ μια μετοχή δεν έχει αποθηκευτικό κόστος και άρα το κόστος διακράτησης υπολογίζεται αν αφαιρέσουμε τη μερισματική απόδοση από το επιτόκιο χωρίς κίνδυνο. Υπ’ αυτή την έννοια αν η μερισματική απόδοση είναι υψηλότερη από το επιτόκιο που πληρώνουμε για να χρηματοδοτήσουμε τη θέση, τότε είναι πιο προσοδοφόρο να έχουμε στα χέρια μας τον υποκείμενο τίτλο ή δείκτη. Αν ισχύει το αντίθετο τότε καλύτερα να έχουμε θέση σε συμβόλαια έτσι ώστε να δίνουμε λιγότερα χρήματα σε τόκους λόγω της μόχλευσης που εμπεριέχουν τα futures.
Συμπερασματικά οι τιμή ενός συμβολαίου εξαρτάται από το κόστος διακράτησης και το όφελος διακράτησης (όπου υπάρχει).