Η έννοια implied volatility (υπονοούμενη μεταβλητότητα) περιγράφει την μεταβλητότητα που υπονοείται από την πραγματική αγοραία τιμή ενός option. Διαφέρει από την έννοια του historical volatility, καθώς η τελευταία υπολογίζεται λαμβάνοντας υπόψη τιμές που έχουν ήδη πραγματοποιηθεί, ενώ το implied volatility υπολογίζεται έμμεσα με τη χρησιμοποίηση κάποιου μοντέλου θεωρητικής αποτίμησης options.
Όπως ήδη γνωρίζουμε, αν εισάγουμε συγκεκριμένες τιμές παραμέτρων στο μοντέλο των Black & Scholes, μπορούμε να υπολογίσουμε την θεωρητική τιμή ενός option. Για να βρούμε το implied volatility πρέπει να βάλουμε στις εξισώσεις την πραγματική αγοραία τιμή του option και να θεωρήσουμε σαν άγνωστη μεταβλητή το σ. Όλοι οι άλλοι παράγοντες που περιλαμβάνονται στο μοντέλο είναι ήδη γνωστοί (S, X, T, r). Χρησιμοποιώντας μαθηματικές μεθόδους για την επίλυση πολύπλοκων εξισώσεων μπορούμε να υπολογίσουμε την τιμή του σ που αντιστοιχεί σε μια συγκεκριμένη πραγματική τιμή option αντί να εισάγουμε το historical volatility για να βρούμε την θεωρητική τιμή. Με άλλα λόγια, υπολογίζουμε την προσδοκώμενη μελλοντική μεταβλητότητα του υποκείμενου τίτλου που υπονοείται από την πραγματική τιμή του option.
Μια πρακτική συνέπεια του παραπάνω υπολογισμού είναι ότι κάθε διαφορετικό call ή put έχει διαφορετικό implied volatility. Για να εκτιμήσουμε μία μοναδική τιμή για το implied volatility των options που αφορούν έναν συγκεκριμένο υποκείμενο τίτλο, πρέπει να πάρουμε έναν μέσο όρο των implied volatilities διαφόρων τιμών εξάσκησης και λήξεων σε calls και puts. Υπάρχουν πολλές προσεγγίσεις όσον αφορά το ποιες τιμές εξάσκησης και λήξεις μπορούν να χρησιμοποιηθούν.
Η έννοια του implied volatility είναι πολύ σημαντική στο trading σε options γιατί αν η τιμή της είναι υψηλή τότε το option είναι πιθανά υπερτιμημένο. Επίσης το implied volatility επιστρέφει στο μέσο όρο του. Όταν είναι στα υψηλά σημεία του εύρους του ιστορικού του γραφήματος, τότε είναι πολύ πιθανό να μειωθεί προκειμένου να επιστρέψει στο μέσο όρο και όταν είναι στα χαμηλά του εύρους είναι πιθανό ν’ αυξηθεί για να επιστρέψει στο μέσο όρο. Παρακάτω βλέπουμε το γράφημα του historical και implied volatility για μια συγκεκριμένη μετοχή.
Παρατηρείστε ότι όταν το historical volatility στο σημείο 2 είναι πολύ χαμηλό, το implied volatility στο 1 είναι πολύ υψηλό. Οι traders σε options προεξοφλούν μια μεγάλη κίνηση στην μετοχή και για να επωφεληθούν ή να προστατέψουν ήδη υπάρχουσες θέσεις (hedging), αγοράζουν calls και puts (ανάλογα με τις προσδοκίες τους). Η υψηλή ζήτηση για options καθρεφτίζεται στο υψηλό implied volatility. Στο συγκεκριμένο γράφημα ήταν σωστή η εκτίμηση των traders γιατί από το σημείο 2 το historical volatility των αποδόσεων κάνει μια γρήγορη κίνηση ξεκινώντας περίπου από το 23% και φτάνοντας σχεδόν στο 35%, ανεξάρτητα από την κατεύθυνση που ακολούθησε η μετοχή.
Παρατηρείστε επίσης ότι τα σημεία 3 και 5 ορίζουν τα χαμηλά της καμπύλης του implied volatility, ενώ τα 1 και 4 ορίζουν τα υψηλά. Υπ’ αυτή την έννοια μπορούμε να συμπεράνουμε με μεγάλη σχετική ακρίβεια (όχι όμως 100%), ότι αυτά είναι τα όρια που καθορίζουν αν το implied volatility είναι χαμηλό ή υψηλό. Μπορούμε έτσι ν’ αποφασίσουμε αν είναι καλύτερο για εμάς να εφαρμόσουμε στρατηγική με αγορά ή πώληση options.
Τις περισσότερες φορές υψηλό implied volatility σημαίνει υπερτιμημένα options. Πρακτικά αυτό συμβαίνει γιατί οι traders και οι hedgers, για δικούς τους λόγους και σύμφωνα με τις προσδοκίες τους, αγοράζουν calls και puts. Επομένως, ο οικονομικός νόμος της προσφοράς και της ζήτησης ανεβάζει την τιμή τους. Τα calls και puts είναι συνήθως υπερτιμημένα πριν από ανακοινώσεις σημαντικών γεγονότων για μια εταιρεία, γιατί αγοράζονται από τους συναλλασσόμενος είτε για κερδοσκοπικούς λόγους, είτε για λόγους αντιστάθμισης κινδύνου απέναντι σε μια ανεπιθύμητη απότομη κίνηση της μετοχής. Επίσης, όταν το implied volatility των calls είναι μεγαλύτερο από των puts, στις περισσότερες περιπτώσεις, η αγορά στο σύνολο της προεξοφλεί ανοδική κίνηση της μετοχής και το αντίστροφο αν είναι μεγαλύτερο στα puts.
Όταν το implied volatility είναι υψηλό σε σχέση με το μέσο όρο του είναι σκόπιμο να εφαρμόσουμε στρατηγική που βασίζεται σε πώληση (writing) σε options έτσι ώστε να επωφεληθούμε από το ”ξεφούσκωμα” της τιμής τους όταν το implied volatility επιστρέψει καθοδικά στο μέσο όρο του. Όταν το implied volatility είναι χαμηλό είναι σκόπιμο να εφαρμόσουμε στρατηγική που έχει να κάνει με την αγορά options έτσι ώστε και πάλι να επωφεληθούμε όταν επιστρέψει ανοδικά στο μέσο όρο του. Βέβαια, αυτό είναι το γενικότερο πλαίσιο. Πρακτικά η στρατηγική που θα εφαρμόσουμε δεν εξαρτάται μόνο από την τιμή του implied volatility αλλά και από άλλους παράγοντες.
Κατά μία έννοια, θα μπορούσαμε να πούμε ότι το implied volatility αντιπροσωπεύει όλους τους ψυχολογικούς και υποκειμενικούς παράγοντες που δεν μπορούν να ποσοτικοποιηθούν.